Ο Θεόφραστος αναφέρει τον καρπό αυτού του φυτού ως «κράνιον», ενώ ο Όμηρος παρομοιάζει τα κράνα με τροφή των χοίρων. Στην Ιλιάδα, βεβαιώνεται ότι η φοβερή Κίρκη προσέφερε στον Οδυσσέα και στους συντρόφους του για τροφή, «καρπόν κρανείας και άκυλλον βάλανον», κράνα δηλαδή και πουρναρίσια βελανίδια.

Διάφορες μελέτες έχουν δείξει πως τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, ανθοκυάνες και φαινολικά παράγωγα, κατά την περίοδο της ανάπτυξης και της ωρίμανσης τους. Σε άλλες εργαστηριακές έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο, βιταμίνη C και ασκορβικό οξύ (περισσότερο από τις φράουλες, τα πορτοκάλια και τα ακτινίδια), καροτίνη και τανίνες. Μάλιστα, θα μπορούσαμε να πούμε πως τα κράνα είναι πολύ πιο πλούσια σε βιταμίνη C από άλλους καρπούς που έχουν εφάμιλλο σχήμα και χρώμα.

Χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα ενάντια στη διάρροια και στις εντερικές παθήσεις, λόγω της στυπτικότητάς τους, που οφείλεται στις τανίνες. Ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες τους χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν και ως αντιπυρετικά.

Συχνά μπερδεύεται με το κράνμπερι το οποίο και είναι περισσότερο συγγενές με το μύρτιλλο και έχει διαφορετικές ευεργετικές ιδιότητες.